οροφή

οροφή
η
1) потолок; 2) крыша, кровля

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "οροφή" в других словарях:

  • ὀροφῇ — ὀροφή roof of a house fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφή — roof of a house fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οροφή — Με τη λέξη ο. εννοούμε γενικά την εσωτερική άνω επιφάνεια ενός χώρου, είτε αυτή είναι επίπεδη είτε όχι, σε αντιδιαστολή προς την εξωτερική άνω επιφάνεια που ονομάζουμε στέγη. Η ο. και η στέγη αποτελούν τμήματα του αυτού κατά κανόνα φέροντα… …   Dictionary of Greek

  • οροφή — η 1. εσωτερική κάλυψη στέγης, αλλ. ταβάνι. 2. στέγη οικήματος. 3. το ανώτατο ύψος όπου μπορεί να φτάσει το αεροσκάφος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὀροφαῖς — ὀροφή roof of a house fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφαί — ὀροφή roof of a house fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφῆς — ὀροφή roof of a house fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφῇσιν — ὀροφή roof of a house fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφήν — ὀροφή roof of a house fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροφῶν — ὀροφή roof of a house fem gen pl ὀροφόω cover with a roof pres part act masc voc sg (doric aeolic) ὀροφόω cover with a roof pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ὀροφόω cover with a roof pres part act masc nom sg ὀροφόω cover with a… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»